Οταν το «μουσικό ταξίδι» δεν είναι απλά ένα τσιτάτο, τότε ακούς Musica Insolita. Ο Σπύρος Παν και ο Γιώργος Κατσάνος συνομιλούν με τη γλώσσα του ήχου και σε ταξιδεύουν στο χώρο και το χρόνο με τα «ασυνήθιστα» όργανά τους. Από το μεσαίωνα μέχρι σήμερα και από τη δύση μέχρι την ανατολή, η διαδρομή δεν είναι ποτέ η ίδια… Η Νάντια Καβουλάκου, ο τρίτος συνομιλητής της παρέας, δένει το λόγο της με τη μουσική και απογειώνει την ατμόσφαιρα. Και όλα αυτά, κάθε Πέμπτη στην Παιώνια στο Θησείο.
Σπύρο και Γιώργο, πώς βρεθήκατε και πώς αρχίσατε να παίζετε μαζί; …Από τις αντιδράσεις σας φαίνεται ότι μάλλον είναι ενδιαφέρουσα αυτή η ιστορία.
Γιώργος: Λοιπόν… Το ’96 είχα πάει στο Παρίσι και είχα αγοράσει ένα hang. Οταν ήρθα στην Ελλάδα ήμουν σίγουρος ότι αυτό το όργανο δεν το παίζει κανένας. Υπήρχε ένα φόρουμ και έγραψα κι εγώ ότι είμαι πιανίστας και μου αρέσει πάρα πολύ να παίζω hang, τίποτα άλλο. Τα χρόνια πέρασαν και ο Σπύρος μαγεύτηκε από αυτά τα όργανα, οπότε απέκτησε πιο πολλά από μένα και ασχολείται αποκλειστικά με αυτά. Είχε την περιέργεια να δει: Υπήρχε κανένας άνθρωπος εδώ σε αυτή τη χώρα που να παίζει αυτό το όργανο; Και βρήκε…
Σπύρος: Βρήκα αυτό το φόρουμ.
Γ.: Βρήκε το φόρουμ, βρήκε το όνομά μου, μιλήσαμε, ήρθε στο σπίτι, ανταλλάξαμε απόψεις και έτσι γνωριστήκαμε.
Σπ.: Μιλήσαμε με email το 2007 πρώτη φορά. Γιατί κι εγώ όταν πήρα αυτό το όργανο, ήμουν στο Λονδίνο και έλεγα «ρε φίλε, υπάρχει κανένας στην Ελλάδα;» Γιατί τότε ήταν ακόμα τόσο καινούριο και σπάνιο, που ήταν η σημαδούρα μέσα στην έρημο. Και βρήκα αυτό το φόρουμ, το οποίο έχει μέσα παίκτες από όλο τον κόσμο. Και του στέλνω ένα email. Και μετά βρεθήκαμε το 2009, ήρθε σε μία συναυλία μου, πήγα εγώ σε μια δικιά του…
Γ.: …και κάποια στιγμή λέμε, «δεν παίζουμε, να δούμε τι γίνεται; τι μπορούμε να κάνουμε;»
Εσύ Γιώργο παίζεις ακόμα hang;
Εχω ένα στο σπίτι και παίζω. Εχω κάποιους συνεργάτες που κάνουν παιδικό θέατρο και αφηγήσεις παραμυθιών και το χρησιμοποιώ εκεί. Δηλαδή για να συνοδεύω παραμύθια. Αλλά εδώ με τον Σπύρο, όχι. Μπορεί να κάνουμε κανένα jam καμιά φορά, αλλά μόνο αυτό.
Ο καθένας από εσάς ξεχωριστά τι άλλο κάνει; Μουσικά και γενικά;
Γ.: Εχουμε πάρα πολλά πράγματα.
Σπ.: Πέρα από αυτή τη συνεργασία, εγώ έχω και κάποιες ακόμη. Και με την Νάντια έχουμε ξεκινήσει μια συνεργασία, η οποία μπαίνει εμβόλιμη μαζί μας κι εδώ, γιατί κολλάει. Εχω μια συνεργασία με τον Billa Qause, αυτό είναι περισσότερο ηλεκτρονική μουσική. Εχω το προσωπικό μου σόλο και μετά από όλα αυτά, έχω και την προσωπική μου ζωή.
Γ.: Εγώ έχω ένα σχήμα το οποίο λέγεται Ηώς και έχουμε κάνει ένα δίσκο, το Musica Mecanica. Σαν σόλο καλλιτέχνης παίζω μουσική σε πολλές ταινίες. Με ενδιαφέρει πάρα πολύ να επενδύω με εικόνα, γιατί πιστεύω ότι αυτό που κάνω είναι κυρίως για εκεί. Γενικά… πολλές συνεργασίες στο παρελθόν με αυτό που λέμε εμείς -και σοβαρά και κοροϊδευτικά- «ονόματα Α’ Εθνικής» για τους τραγουδοποιούς στην Ελλάδα. Και απολαμβάνω τη ζωή, συλλέγω εμπειρίες. Νομίζω ότι η ζωή είναι μια συλλογή πληροφοριών και μια παροχή αγάπης σε ανθρώπους. Δεν νομίζω να είναι τίποτε άλλο, δεν νομίζω να μένει τίποτε άλλο.
Μιλήστε μας για το project αυτό. Το Musica Insolita.
Γ.: Ο Σπύρος παίζει τα hang drum. Εγώ τα λέω χελώνες αυτά, γιατί μοιάζουν πάρα πολύ… Παίζουμε διάφορα θέματα που έχει φτιάξει ο Σπύρος, έχω έρθει και έχω κουμπώσει επάνω του. Παίζουμε και κάποια θέματα δικά μου. Εγώ εδώ χρησιμοποιώ ένα βιμπραντονεόν, είναι ένα πολύ σπάνιο όργανο, το οποίο υπήρχε το 19ο αιώνα με την ονομασία symphonia. Πριν 10 χρόνια το φτιάξανε οι Ιταλοί με μια άλλη μορφή, αντί για μεταλλικό το έκαναν ξύλινο. Χρησιμοποιώ επίσης μια κονσερτίνα -που είναι και αυτή της ίδιας εποχής- κάποια μουσικά κουτιά και με τη βοήθεια της τεχνολογίας χτίζω κάποιες ατμόσφαιρες. Παίζουμε και θέματα από όλον τον κόσμο, από Ιρλανδία, Ιαπωνία, κάποια μεσαιωνικά θέματα, όπου χρησιμοποιούμε την μελωδία τους σαν βάση και μετά υπάρχει ελεύθερος αυτοσχεδιασμός. Δηλαδή αυτό που κάνουμε ουσιαστικά με τον Σπύρο είναι μια στιγμιαία σύνθεση, η οποία είναι καθαρά παρορμητική και αφήνουμε τελείως το ασυνείδητο να μας κατευθύνει όπου αυτό νομίζει. Και έχουμε και την Νάντια στο τέλος, η οποία μας ταξιδεύει με τον λόγο της και προσπαθούμε κι εμείς να βάλουμε δικές μας «λέξεις» με τον ήχο. Είναι μια performance που στηρίζεται πολύ στην αλληλεπίδραση και το interplaying. Δηλαδή ο ένας έχει ανάγκη να ακούσει τι κάνει ο άλλος, αυτό το πράγμα δεν μπορεί να λειτουργήσει σολιστικά… Αν κάποιος θέλει να παίξει μόνος του, παίζει. Αλλά υπάρχει ένας πολύ ωραίος σεβασμός στο τι γίνεται ανάμεσά μας.
Σπ.: Είναι σαν μια συνομιλία. Ενας διάλογος, ο οποίος δεν είναι προσχεδιασμένος.
Αρα κάθε εμφάνισή σας είναι διαφορετική…
Σπ.: Ναι, ακριβώς αυτό είναι. Καμία εμφάνιση δεν είναι ποτέ ίδια, όπως δεν είναι ίδια και η μέρα ή ο καιρός. Ο ήλιος θα βγει, αλλά δε θα είναι πάντοτε ίδιος. Μπορεί να ξεκινάμε από κάποιες αφετηρίες, τα «θέματα» που λέμε, αλλά μετά θα φύγουμε. Και όταν αισθανθούμε ότι έχουμε πει αυτά που θέλουμε να εκφράσουμε, ξαναγυρνάμε στο θέμα. Το κλείνουμε και περνάμε σε ένα άλλο.
Αυτό σημαίνει ότι επικοινωνείτε πολύ καλά μουσικά. Αυτό έχει γίνει με προσπάθεια ή σας προέκυψε αμέσως η χημεία;
Γ.: Θα σου πω η δική μου αίσθηση ποια είναι: Δεν έγινε ιδιαίτερη προσπάθεια, γιατί το τι είσαι σα χαρακτήρας φαίνεται στον ήχο. Απλά τυχαίνει οι χαρακτήρες μας να ταιριάζουν. Η αισθητική μας, αυτό που κουβαλάμε μέσα μας. Αυτό νομίζω ότι είναι το παν στα σχήματα. Δηλαδή δεν υπάρχει χημεία εκεί, μετά έρχεται αυτό. Πρώτα βάζεις το χαρακτήρα σου σε ένα λευκό χαρτί. Και αν γίνεται αυτό με πλήρη ελευθερία, ακομπλεξάριστα, χωρίς ταμπού, το πιο πιθανό είναι να λειτουργήσει. Αμα βάλουμε τα εγώ μπροστά…
Δηλαδή λειτουργείτε όπως και στις ανθρώπινες σχέσεις;
Σπ.: Το ίδιο πράγμα είναι.
Γ.: Το ίδιο ακριβώς. Απλά δε μιλάμε, μιλάμε με ήχους. Μιλάμε δηλαδή, αλλά ουσιαστικά μιλάμε με την παγκόσμια γλώσσα.
Σπ.: Μας αρέσει να δημιουργούμε μια συνθήκη. Θα έλεγα ένα ηχοτοπίο, αλλά είναι πολύ κοινό.
Γ.: Εναν καμβά…
Σπ.: Ναι, έναν καμβά που έχει πάρα πολύ να κάνει με το τι συμβαίνει εκείνη την στιγμή. Την άλλη φορά ας πούμε, παίζαμε εδώ και έβρεχε και μπουμπούνιζε. Το χρησιμοποιήσαμε! Σε κάποια φάση ανοίξαμε πάρα πολύ το παίξιμο και αφήσαμε τη βροχή και τα μπουμπουνητά να μπαίνουν. Είχαν κλείσει τα φώτα και σκάγανε μέσα οι λάμψεις από τις αστραπές… Ο κόσμος σε κάποια φάση έλεγε ότι «φύγαμε, δεν ήμασταν πλέον στην Αθήνα, δεν ήμασταν σε αυτό το χώρο, ήμασταν κάπου αλλού». «Μουσικομεταφερόμαστε», από το τηλεμεταφερόμαστε …κάπου αλλού.
Γ.: Βουτάμε στο χάος ουσιαστικά. «Τα πάντα ρει» έλεγε ο Ηράκλειτος και είναι απόλυτα σωστό. Αυτό συμβαίνει!
Νάντια, ποιος είναι ο δικός σου ρόλος σε αυτό το σχήμα;
Νάντια: Εγώ αφηγούμαι. Με λέξεις. Και η απόπειρα είναι να συνομιλήσουμε με τη μουσική. Δηλαδή, αντιστοίχως κι εγώ, όπως ακριβώς δουλεύουν και τα παιδιά, δε θέλω να έχω ένα χαλί για τον λόγο. Δεν θέλω η μουσική να είναι χαλί για το λόγο. Θέλω να υπάρχει μια συνομιλία, η μουσική με επηρεάζει και ο λόγος μου επηρεάζει την μουσική.
Αρα με έναν τρόπο κι εσύ αυτοσχεδιάζεις κάθε φορά…
Ν.: Υπάρχει μια δομή, γιατί το κείμενο είναι συγκεκριμένο. Απλά μπορεί να υπάρχει μια αλλαγή στον τρόπο. Ενώ υπάρχει ένας καμβάς πολύ συγκεκριμένος, υπάρχει και το τυχαίο μέσα. Μπορεί να μπει κάτι λίγο διαφορετικό, ο τρόπος, η διάθεση, η ένταση μπορεί να αλλάξει. Μια μέρα μπορεί να βγει πάρα πολύ γλυκό το κείμενο και μια άλλη μπορεί να βγει πολύ πιο δυναμικό. Ή ο ρυθμός του μπορεί να αλλάξει, τα ηχοχρώματα που βγαίνουν. Γιατί έχει να κάνει πολύ με τα υπόλοιπα. Ο Σπύρος μπορεί να κάνει κάτι που να μην έχει ξανακάνει και αυτό μπορεί να επηρεάσει το λόγο. Λέω για το Σπύρο γιατί μαζί το ξεκινήσαμε. Μετά μπήκε ο Γιώργος και αυτό άλλαξε πάλι, γιατί μπήκε ακόμη ένας συνομιλητής. Οπότε μπήκαν ξαφνικά κάποιες παύσεις ή κάποια άλλα πράγματα που δεν υπήρχαν …και αυτό παραμένει ανοιχτό. Και τώρα έχουμε ξεκινήσει να δουλεύουμε και άλλα κείμενα.
Δηλαδή μπορεί να δούμε κι άλλους συνομιλητές στην παρέα κάποια στιγμή;
Σπ.: Δεν νομίζω.
Ν.: Για την ώρα καλά είμαστε!
Σπ.: Less is more! Και τα όργανα που έχουμε είναι και ασυνήθιστα. Εγώ έχω τα handpan, έχω το monochord -ένα όργανο, το οποίο βασίστηκε στο πυθαγόρειο μονόχορδο- και κάποια άλλα αυτοσχέδια όργανα που έχω φτιάξει μαζί με ένα φίλο. Ας πούμε το ένα ήταν μια ιδέα λίγο δική του, λίγο δική μου και φτιάξαμε ένα μουσικό όργανο. Επίσης έχω φέρει κάποια όργανα που εξομοιώνουν ήχους, το ένα κάνει τη θάλασσα, το άλλο σαν τον αέρα …φτιάχνουμε και τέτοια.
Γ.: Εδώ υπάρχει και μια ιστορία πολύ ωραία, με το ocean drum που ακούγεται σαν τη θάλασσα. Εχω έναν φίλο και μια μέρα του λέω «πες μου, αυτό τι σου θυμίζει;» Το ακούει και μου λέει «τηγανιτές πατάτες!» Του λέω «ρε συ, αυτό σου θυμίζει πατάτες;»
Ν.: Ο καθένας με τις αναφορές του!
Σπ.: Θα το συνεχίσω το χιουμοριστικό… Στο εξωτερικό όταν βλέπουν το handpan λένε «ωχ! ένα γουοκ!» Στην Ελλάδα λένε «η ψησταριά»… Εγώ τελικώς κατέληξα: Η μουσική, όπως και ο έρωτας, περνάει από το στομάχι. Εξαιτίας όλων αυτών των ασυνήθιστων οργάνων που έχουμε και ο Γιώργος κι εγώ, ονομάσαμε το project Musica Insolita, το οποίο θα πει «ασυνήθιστη μουσική».
Σπύρο, πώς πήρες την απόφαση να αρχίσεις να φτιάχνεις τα δικά σου όργανα;
Σπ.: Ηταν το 2007, όταν είχα αρχίσει να ανακαλύπτω το DIY (Do It Yourself). Αλλά το DIY όχι μόνο στη μουσική …και γενικότερα. Για παράδειγμα, καλλιεργείς τα δικά σου λαχανικά. Για να το κάνεις αυτό, θα χρειαστεί να δουλεύεις λιγότερο σε μια συμβατική δουλειά, γιατί θα πρέπει να αφιερώνεις ώρες στο λαχανόκηπό σου. Αρα θα έχεις λιγότερα χρήματα. Αλλά θα έχεις καλυμμένη την ανάγκη του φαγητού, οπότε τα χρήματα που δε θα βγάζεις, δεν τα χρειάζεσαι, γιατί ουσιαστικά θα τα έδινες στο supermarket. Οπότε μήπως η DIY φάση στο φαγητό αυξάνει την ποιότητα ζωής; Μήπως το DIY στο οτιδήποτε αυξάνει την ποιότητα ζωής; Γιατί γνωρίζεις καινούριες δεξιότητες, θα ψαχτείς, θα ενημερωθείς, θα αυτοεκπαιδευτείς, θα έρθεις σε επαφή με άλλους ανθρώπους, οι οποίοι θα είναι σε παρόμοια φάση, θα δημιουργήσεις ένα δίκτυο… Μέσα λοιπόν από αυτή την ιδέα σε οτιδήποτε με ενδιαφέρει, βρέθηκα σε επαφή με την κοινότητα του hang, μέσα στην οποία πολλοί έφτιαχναν τα δικά τους μουσικά όργανα. Ετσι μας γεννήθηκε η ιδέα με έναν φίλο από την Ολλανδία, να φτιάξουμε το monochord, που ουσιαστικά είναι ένα ηχείο με 24 χορδές που είναι όλες κουρδισμένες στην ίδια νότα και παράγουν έναν ισοκράτη.
Τα τελευταία χρόνια εμφανίζεστε σχεδόν αποκλειστικά στην Παιώνια. Για ποιο λόγο έχετε διαλέξει αυτό το χώρο;
Σπ.: Κυρίως επειδή εδώ δεν επιτρέπεται το κάπνισμα. Εχουμε παίξει και σε άλλους χώρους, αλλά δε γινόταν. Δεν ήταν καλό και για τα όργανα. Θυμάμαι να ανοίγω το hang την άλλη μέρα στο σπίτι μου για να παίξω και ξαφνικά να μυρίζει το σπίτι τσιγάρο. Ο καπνός έβγαινε από μέσα. Και κατά τη διάρκεια της συναυλίας δεν μπορούσαμε να ανασάνουμε. Εμάς δε μας πειράζει να βγαίνει ο κόσμος έξω αν θέλει να καπνίσει. Οπότε, αν υπήρχαν μουσικές σκηνές που θα το είχαν αυτό, με μεγάλη μου χαρά εγώ θα πήγαινα. ‘Η αν δεχθούν τον όρο ότι κατά τη διάρκεια του live δε θα καπνίσει ο κόσμος.
Τι άλλους όρους έχετε;
Γ.: Εγώ νομίζω ότι ο πιο σοβαρός όρος -και δε θα τον έλεγα καν όρο- θα ήταν να υπάρχει ένας αμοιβαίος σεβασμός, του χώρου απέναντι στους καλλιτέχνες και των καλλιτεχνών απέναντι στο χώρο.
Και η σχέση με το κοινό;
Σπ.: Το κοινό δεν μπορούμε να το προβλέψουμε.
Γ.: Τουλάχιστον ας μείνουμε στους όρους που έχουν να κάνουν με το χώρο.
Σπ.: Το κοινό, μετά από 2-3 χρόνια που γίνεται αυτό το πράγμα έχει πλέον «εκπαιδευτεί». Ξέρει τι έρχεται να ακούσει. Οπότε έρχονται εδώ να ακούσουν, δεν έρχονται να μιλήσουν. Και αυτό είναι και το πρόβλημα που υπάρχει κατά κύριο λόγο στις ελληνικές σκηνές αυτή τη στιγμή, το ότι ο κόσμος έχει ξεχάσει να ακούει. Εχει χάσει την ικανότητα να συνειδητοποιεί ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν εδώ κάποιοι άνθρωποι που παράγουν τέχνη ζωντανά μπροστά του…
Γ.: …η οποία εμφανίζεται για μία στιγμή και μετά χάνεται. Και αυτή είναι και η μαγεία του ήχου: Δεν μπορείς να επαναλάβεις ποτέ το ίδιο.
Το μουσικό σας μέλλον τι λέει;
Γ.: Αγνωστο.
Αγνωστο επειδή έτσι είναι ή επειδή έτσι σας αρέσει;
Γ.: Μα τι είναι σίγουρο; Τι υπάρχει σταθερό; Δεν υπάρχει τίποτα σταθερό και αυτή είναι η μαγεία, ότι δεν ξέρεις τίποτα.
Σπ.: Απλά νιώθεις…